Ἀδειμάντου

Ἀδειμάντου
Ἀδείμαντος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἀδειμάντου — ἀδείμαντος fearless masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αριστέας — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Επικός ποιητής (6ος αι. π.Χ.). Ήταν ιερέας του Απόλλωνα και θαυματοποιός από την Προκόννησο. Σε αυτόν αποδίδονται τα Αριμάσπεια έπη, ένα φανταστικό ταξιδιωτικό μυθιστόρημα σε 1.000 εξάμετρους στίχους, από το οποίο… …   Dictionary of Greek

  • Θεμιστοκλής — I (Αθήνα 526; π.Χ. – Μαγνησία, Μικρά Ασία 461 π.Χ.). Πολιτικός και στρατηγός. Ήταν γιος του Νεοκλή που καταγόταν από το αρχαίο αττικό γένος των Λυκομιδών. Η μητέρα του δεν ήταν Αθηναία και γι’ αυτό ο Θ. δεν φοίτησε στην παιδική του ηλικία στα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”